Νέο Οικογενειακό Δίκαιο: Η επιμέλεια, η επικοινωνία, και ο ρόλος του διαμεσολαβητή
Νέο οικογενειακό Δίκαιο: Η αναμόρφωση του Οικογενειακού δικαίου είναι πλέον γεγονός. Ο σκληρός πυρήνας των διατάξεων του οικογενειακού δικαίου που αφορούσαν τις σχέσεις γονέων και τέκνων και ιδίως το τρόπο άσκησης όλων των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας τίθενται πλέον υπό αναθεώρηση.
Η πολυαναμενόμενη μεταρρύθμιση, η οποία καλλιέργησε πολύ μεγάλες προσδοκίες και ξεκίνησε ως η μεταρρύθμιση με στόχο τη συνεπιμέλεια, κατέληξε ως μια μεταρρύθμιση που επιχειρεί να θέσει ισορροπίες μεταξύ των γονέων ιδίως όταν αυτοί δεν συμφωνούν στην άσκηση των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας σε σχέση με τα παιδιά τους.
Οι κυριότερες μεταρρυθμίσεις του νέου οικογενειακού δικαίου εστιάζουν κυρίως στην εξεύρεση κοινά αποδεκτής βάσης για έναρξη συζητήσεων και συνεννόησης μεταξύ των γονέων με ίσους όρους και χωρίς προαπαιτούμενα και χωρίς ο διάλογος να καθορίζεται από παρωχημένα στερεότυπα.
Μια θεμελιώδης αλλαγή αφορά το άρθρο 1511 περί άσκησης ή ανάθεσης της γονικής μέριμνας και η για πρώτη φορά αφορά περί εκφάνσεων της γονικής μέριμνας και της δυνατότητας διαμοιρασμού των εκφάνσεων αυτών στους γονείς.
‘Αρθρο 1511 – ‘Ασκηση – ανάθεση γονικής μέριμνας κατά το συμφέρον του τέκνου στο νέο οικογενειακό δίκαιο.
§1. Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου.
§2. Στο βέλτιστο συμφέρον του τέκνου, που εξυπηρετείται ιδίως από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και φροντίδα του, καθώς επίσης και από την αποτροπή διάρρηξης των σχέσεών του με καθένα από αυτούς, πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του δικαστηρίου, όταν αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της. Η απόφαση του δικαστηρίου συνεκτιμά παραμέτρους, όπως την ικανότητα και πρόθεση καθενός εκ των γονέων να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου, τη συμπεριφορά κάθε γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα και τη συμμόρφωσή του με τις νόμιμες υποχρεώσεις του, δικαστικές αποφάσεις, εισαγγελικές διατάξεις και προηγούμενες συμφωνίες που είχε συνάψει με τον άλλο γονέα και αφορούν το τέκνο.
Συνεπώς, είτε η υπόθεση άγεται προς συζήτηση σε διαμεσολάβηση είτε τελικώς ενώπιον του δικαστή, κάθε απόφαση των γονέων θα ερευνάται υπό το πρίσμα του συμφέροντος του τέκνου. Κανείς δεν αποφασίζει επομένως κατά τη δική του κρίση, αλλά κυρίως κανείς δεν αποφασίζει με σκοπό να πλήξει το συμφέρον του τέκνου.
§3. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας ιδίως του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων, της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας.
Για πρώτη φορά καθορίζεται ως κριτήριο στην απόφαση ενός δικαστηρίου για την ανάθεση της επιμέλειας – και μάλιστα ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΟ κριτήριο – το τρίπτυχο που σχετίζεται με τη μέχρι τώρα συμπεριφορά των γονέων στις σχέσεις τους με το παιδί τους και ειδικότερα:
α) Η Ικανότητα και η ΠΡΟΘΕΣΗ καθενός από τους γονείς να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου. Οι πρακτικές του ενός γονιού να χρησιμοποιεί το παιδί με σκοπό να εκδικηθεί τον άλλο γονιό, στερώντας του τα δικαιώματά του στο παιδί του, τίθενται ως προϋπόθεση και κριτήριο για την ανάθεση της επιμέλειας.
β) Η συμπεριφορά του γονέα κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα. Ο δικαστής πλέον είναι υποχρεωμένος να λαμβάνει υπόψη του κάθε στοιχείο συμπεριφοράς γονιού που επηρέαζε τα δικαιώματα του άλλου γονέα, αλλά κυρίως στερούσε από το παιδί βασικά δικαιώματά του με τον άλλο γονιό.
γ) Η συμμόρφωση των γονέων με προηγούμενες δικαστικές ή εισαγγελικές αποφάσεις και συμφωνίες μεταξύ τους. Συνεπώς, γονιός που δεν καταβάλλει διατροφή ή στερεί επικοινωνία ή παραβιάζει άλλες υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί ή συμφωνηθεί με οποιονδήποτε τρόπο, θα έχει συνέπειες στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων του στην ανάθεση της επιμέλειας.
§3. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας ιδίως του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων, της ιθαγένειας, της εθνικής ή κοινωνικής προέλευσης ή της περιουσίας.
Για πρώτη φορά επίσης ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗ να σεβαστεί την ισότητα των γονέων και να άρει κάθε είδους διάκριση, ιδίως τη διάκριση της φυλετικής ή βιολογικής υπεροχής ή της οικονομικής επιφάνειας ενός εκάστου γονιού.
Η τροποποίηση του άρθρου 1514 ΑΚ στο νέο οικογενειακό δίκαιο αποτελεί πραγματικά τομή στο οικογενειακό δίκαιο, ιδίως δε επειδή ίσχυε συνεχόμενα από το έτος 1983.
Αρθρο 1514 – Παρέκκλιση από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας.
§1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 1513, οι γονείς μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς, και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα. Το ανωτέρω έγγραφο ισχύει τουλάχιστον για δύο (2) έτη και παρατείνεται αυτοδικαίως, εκτός αν κάποιος από τους δύο γονείς δηλώσει εγγράφως στον άλλο γονέα, πριν τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου, ότι δεν επιθυμεί την παράτασή του.
Δίδεται η δυνατότητα στους γονείς να αποφασίζουν μόνοι τους για την επιμέλεια και την επικοινωνία, με την υποχρέωση η συμφωνία αυτή να ισχύει τουλάχιστον για 2 έτη.
§2. Αν δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας, εξαιτίας διαφωνίας των γονέων και ιδίως αν ο ένας γονέας αδιαφορεί ή δεν συμπράττει σε αυτήν ή δεν τηρεί την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία για την άσκηση ή τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας ή αν η συμφωνία αυτή είναι αντίθετη προς το συμφέρον του τέκνου ή αν η γονική μέριμνα ασκείται αντίθετα προς το συμφέρον του τέκνου, καθένας από τους γονείς προσφεύγει σε διαμεσολάβηση, εξαιρουμένων των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας, όπως ο νόμος ορίζει. Αν διαφωνούν, αποφασίζει το δικαστήριο.
Ο νόμος πλέον καθορίζει ρητά τις προϋποθέσεις για το πότε δεν είναι δυνατή η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας και υποχρεώνει το δικαστή να εξετάσει ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ:
Ι. Διαφωνίας των συζύγων
ΙΙ. Αδιαφορία ή μη σύμπραξη του γονέα
ΙΙΙ. Μη τήρηση υπάρχουσας συμφωνίας
ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΟΛΑ ΑΥΤΑ προβλέπεται ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ.
§3. Το δικαστήριο μπορεί ανάλογα με την περίπτωση: α) να κατανείμει την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων, να εξειδικεύσει τον τρόπο άσκησής της στα κατ` ιδίαν θέματα ή να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας στον ένα γονέα ή σε τρίτο,
β) να διατάξει πραγματογνωμοσύνη ή τη λήψη οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέτρου,
γ) να διατάξει διαμεσολάβηση ή την επανάληψη διακοπείσας διαμεσολάβησης, ορίζοντας συγχρόνως τον διαμεσολαβητή.
Για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου για την άσκηση της γονικής μέριμνας.Καθορίζεται για πρώτη φορά το πλαίσιο του σκεπτικού μιας δικαστικής απόφασης σχετικά με την επιμέλεια και την επικοινωνία του τέκνου.
Το δικαστήριο πλέον είναι ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟ ΝΑ ΚΑΤΑΝΕΙΜΕΙ την άσκηση της γονικής μέριμνας και να ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΕΙ το τρόπο άσκησης. Η λέξη κατανομή και εξειδίκευση είναι καθοριστικής συμβολής, διότι η αποκλειστική ανάθεση όλων των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας σε ένα μόνο γονιό πλέον επιτρέπεται ως η έσχατη λύση, αφού αιτιολογημένα απορριφθεί ο λόγος της μη κατανομής.
Σημαντικό βήμα στο νέο οικογενειακό δίκαιο, που θέτει προ των ευθυνών τους τους γονείς του τέκνου, είναι και η ΕΥΘΥΝΗ πλέον του δικαστή να παραπέμψει ή να επαναπέμψει την υπόθεση στη διαμεσολάβηση, δίδοντας την έσχατη ευκαιρία στους γονείς να διασώσουν την υγιή σχέση για το παιδί τους(η προσφυγή στη δικαιοσύνη ΔΕΝ ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΕΙ υγιή σχέση κατά τη διεθνή εμπειρία και πρακτική), διαμορφώνοντας μια συμφωνία που να εξυπηρετεί το συμφέρον του τέκνου χωρίς να χρειάζεται να τους την επιβάλλει κάποιος άλλος.
ΤΟ ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΟΤΕ ΘΑ ΕΚΔΟΘΕΙ Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΟΡΙΖΕΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ και τι θα ισχύει στο μεσοδιάστημα!
Αρθρο 1519 – Σημαντικά ζητήματα επιμέλειας τέκνου – Ποιες ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ απαιτούν ΣΥΜΦΩΝΙΑ και των 2 ΓΟΝΙΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ στο νέο οικογενειακό δίκαιο.
Οι αποφάσεις
Ι. για την ονοματοδοσία του τέκνου,
ΙΙ. για το θρήσκευμα,
ΙΙΙ. για ζητήματα της υγείας του, εκτός από τα επείγοντα και τα εντελώς τρέχοντα, καθώς και
ΙV. για ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται και από τους δύο γονείς από κοινού.
V. Για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση που εκδίδεται μετά από αίτηση ενός από τους γονείς. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο.
Ακόμη και όταν ο ένας γονέας έχει την αποκλειστική επιμέλεια, στα συγκεκριμένα ως άνω ζητήματα ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ πλέον απόφαση από κοινού ή δικαστική απόφαση σε περίπτωση διαφωνίας. Δηλαδή, δεν μπορεί να μετοικήσει ο γονιός σε άλλη πόλη με το παιδί χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του άλλου γονιού. Το ίδιο ισχύει και στο ζήτημα της εκπαίδευσης του παιδιού και τις επιλογές στην εκπαίδευσή του.
Δικαίωμα και ΤΕΚΜΗΡΙΟ επικοινωνίας – Αντικατάσταση άρθρου 1520 ΑΚ – εξαιρέσεις
§1 Ο γονέας με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση της, κατά το δυνατό, ευρύτερης επικοινωνίας με αυτό, στην οποία περιλαμβάνεται τόσο η φυσική παρουσία και επαφή αυτού με το τέκνο όσο και η διαμονή του τέκνου στην οικία του.
Για πρώτη φορά καθιερώνεται ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ στον γονέα που ΔΕΝ διαμένει με το τέκνο. Μέχρι σήμερα, ήταν δικαίωμα και περιοριζόταν σε πολύ τετριμμένα πλαίσια και μόνο εφόσον υπήρχε ενδιαφέρον του γονέα αυτού.
§1 Όταν η επιμέλεια ασκείται από τον έναν γονέα ή έχει γίνει κατανομή της μεταξύ των γονέων, οι αποφάσεις για την ονοματοδοσία του τέκνου, για το θρήσκευμα, για ζητήματα της υγείας του, εκτός από τα επείγοντα και τα εντελώς τρέχοντα, καθώς και για ζητήματα εκπαίδευσης που επιδρούν αποφασιστικά στο μέλλον του, λαμβάνονται από τους δύο γονείς από κοινού. Τα δύο τελευταία εδάφια του άρθρου 1510 και το άρθρο 1512 εφαρμόζονται αναλόγως.
Για τη μεταβολή του τόπου διαμονής του τέκνου που επιδρά ουσιωδώς στο δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, απαιτείται προηγούμενη έγγραφη συμφωνία των γονέων ή προηγούμενη δικαστική απόφαση που εκδίδεται μετά από αίτηση ενός από τους γονείς.
Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο.
§1 Ο γονέας στον οποίο δεν έχει ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας έχει το δικαίωμα να ζητά από τον άλλο πληροφορίες για το πρόσωπο και την περιουσία του τέκνου.
Για πρώτη φορά στο νέο οικογενειακό δίκαιο καθιερώνεται υποχρέωση διευκόλυνσης και προώθησης της επικοινωνίας του παιδιού με το γονέα που δε διαμένει σε καθημερινή βάση. Η τυχόν παραβίαση αυτής της υποχρέωσης θα οδηγεί στις συνέπειες κακής άσκησης όπως είδαμε προηγουμένως; Η απάντηση μάλλον είναι καταφατική δεδομένου του γενικότερου πνεύματος οριοθέτησης των κανόνων και των συνεπειών στην άσκηση της γονικής μέριμνας.
§1 Ο χρόνος επικοινωνίας του τέκνου με φυσική παρουσία με τον γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει, τεκμαίρεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου, εκτός αν ο γονέας αυτός ζητά μικρότερο χρόνο επικοινωνίας, ή επιβάλλεται να καθορισθεί μικρότερος ή μεγαλύτερος χρόνος επικοινωνίας για λόγους που αφορούν στις συνθήκες διαβίωσης ή στο συμφέρον του τέκνου, εφόσον, σε κάθε περίπτωση, δεν διαταράσσεται η καθημερινότητα του τέκνου.
Για πρώτη φορά καθιερώνεται τεκμήριο επικοινωνίας του παιδιού με τον γονέα που δεν διαμένει μαζί του. Δηλαδή, εξ ορισμού ο ελάχιστος χρόνος επικοινωνίας καθορίζεται με τεκμήριο. Το πως θα ερμηνευθεί το συγκεκριμένο τεκμήριο από άποψη κατανομής αλλά και ουσιαστικού δικαιώματος είναι η μεγαλύτερη πρόκληση των δικαστών.
§1 Αποκλεισμός ή περιορισμός της επικοινωνίας είναι δυνατός μόνο για εξαιρετικά σοβαρούς λόγους, ιδίως όταν ο γονέας με τον οποίον δεν διαμένει το τέκνο, κριθεί ακατάλληλος να ασκεί το δικαίωμα επικοινωνίας. Για τη διαπίστωση της ακαταλληλότητας του γονέα το δικαστήριο μπορεί να διατάξει κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως την εκπόνηση εμπεριστατωμένης έκθεσης κοινωνικών λειτουργών ή ψυχιάτρων ή ψυχολόγων.
Στην αρχική διατύπωσή του ο νόμος προέβλεπε τεκμήριο. Το τεκμήριο ανατρέπεται μόνο με ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ. Ερωτήματα εγείρονται εάν υπάρχει πρωτόδικη καταδίκη για εγκλήματα αποπλάνησης ή βιασμού και έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης από το εφετείο και τον Αρειο Πάγο, εάν ΕΞΥΠΗΡΕΤΕΙΤΑΙ το συμφέρον του τέκνου με τη διατήρηση του τεκμηρίου. Η ασφάλεια της γενετήσιας αξιοπρέπειας του παιδιού σαφώς και κατατάσσεται πιο ψηλά από το τεκμήριο της επικοινωνίας.
Αυτοί οι προβληματισμοί συνετέλεσαν στο να αλλάξει το συγκεκριμένο εδάφιο και από καταδίκη να ζητάει πλέον ακαταλληλότητα και εέρευνα αυτής με κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως δε με κοινωνική έκθεση ψυχολογων κλπ.
Συνέπειες κακής άσκησης της γονικής μέριμνας από αμφότερες τις πλευρές- Αντικατάσταση άρθρου 1532 ΑΚ
§1 Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέας, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο.
Το δικαστήριο πλέον είναι υποχρεωμένο να εξετάσει ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ που συνιστούν ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ άσκηση του λειτουργήματος της επιμέλειας του παιδιού. Ξεχωριστή κατηγορία πραγματικών περιστατικών κακής άσκησης είναι η κακή διοίκηση της περιουσίας του.
Ποιές περιπτώσεις συνιστούν κακή άσκηση της γονικής μέριμνας στο νέο οικογενειακό δίκαιο;
Κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως:
1. η υπαίτια μη συμμόρφωση προς αποφάσεις και διατάξεις δικαστικών και εισαγγελικών αρχών που αφορούν το τέκνο ή προς την τυχόν υπάρχουσα συμφωνία των γονέων για την άσκηση της γονικής μέριμνας,
2. η διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης του τέκνου με τον άλλο γονέα και την οικογένειά του και η με κάθε τρόπο πρόκληση διάρρηξης των σχέσεων του τέκνου με αυτούς,
3. η υπαίτια παράβαση των όρων της συμφωνίας των γονέων ή της δικαστικής απόφασης για την επικοινωνία του τέκνου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει και η με κάθε άλλο τρόπο παρεμπόδιση της επικοινωνίας,
4. η κακή άσκηση και η υπαίτια παράλειψη της άσκησης του δικαιώματος επικοινωνίας από τον δικαιούχο γονέα,
5. η αδικαιολόγητη άρνηση του γονέα να καταβάλλει τη διατροφή που επιδικάστηκε στο τέκνο από το δικαστήριο ή συμφωνήθηκε μεταξύ των γονέων,
6. η καταδίκη του γονέα, με οριστική δικαστική απόφαση, για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
Σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου και επίκειται άμεσος κίνδυνος για τη σωματική ή την ψυχική υγεία του τέκνου, ο εισαγγελέας διατάσσει κάθε πρόσφορο μέτρο για την προστασία του, μέχρι την έκδοση της απόφασης του δικαστηρίου, στο οποίο πρέπει να απευθύνεται εντός ενενήντα (90) ημερών, με δυνατότητα αιτιολογημένης παράτασης της προθεσμίας αυτής κατά ενενήντα (90) επιπλέον ημέρες.
Με απλά λόγια η μή συμμόρφωση στα συμφωνηθέντα ή στις δικαστικές αποφάσεις ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ή την ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ μπορεί να αφαιρέσουν από το γονιό την αποκλειστική επιμέλεια του παιδιου ή να ανατρέψουν το τεκμήριο της επικοινωνίας. Το ίδιο συμβαίνει και όταν κάποιος γονιός ανατρέπει τη συναισθηματική σχέση του παιδιού με τον άλλο γονέα και ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ (δηλαδή τους παππούδες τους). Δηλαδή, ο δικαστής είναι υποχρεωμένος να αξιολογήσει πραγματικά περιστατικά “πλύσης εγκεφάλου” του παιδιού για την ανικανότητα του άλλου γονιού του ή της οικογένειας του άλλου γονιού του, τα οποία επηρεάζουν τη συναισθηματική σύνδεση του παιδιού με τον άλλο γονιό του και τον αποξενώνουν από αυτόν.