Τα “ψιλά γράμματα” των τραπεζών και ο Άρειος Πάγος

Δείτε εδώ την απόφαση 2037/2014 του Αρείου Πάγου αναφορικά με το ζήτημα αυτό

Όσοι έχουν επισκεφτεί κάποιο κατάστημα τράπεζας και επιχείρησαν να αναπτύξουν συναλλακτικές σχέσεις μαζί της διαπίστωσαν ότι πρέπει να υπογράψουν πολυσέλιδες συμφωνίες, τις οποίες το 95% των ανθρώπων ουδέποτε είδαν το περιεχόμενό τους ένα 3% το είδαν με μια γρήγορη ματιά και το υπόλοιπο 2% μολονότι το διάβασε προσεκτικά, ΔΕΝ κατάλαβε τίποτα από αυτά που τελικώς υπέγραψε.

Πρόκειται για τα “ψιλά γράμμα” των συμβάσεων προσχωρήσεως των τραπεζών, οι οποίες μπροστά στο δίλημμα, θέλεις να συναλλακτούμε (επειδή ζήτησες τη βοήθειά μυ) ή όχι; , εμφανίζουν ένα νομικό κείμενο άγνωστο στο μέσο συναλλασσόμενο και τον υποχρεώνουν να υπογράψει.

Σε αυτό το κείμενο, στα πολύ μικρά γράμματα, κρύβονται επιπλέον χρεώσεις, ουσιώδεις εξαιρέσεις από τον κανόνα και ρυθμιστικές – ερμηνευτικές διατάξεις της συγκεκριμένης σύμβασης.

Αφορμή γι’ αυτό το άρθρο αποτέλεσε μία πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου με διαδίκους ένα σωματείο καταναλωτικών οργανώσεων και μιας συγκεκριμένης τράπεζας, με αντικείμενο της διαφοράς το αν οι γενικοί όροι συναλλαγών (ψιλά γράμματα) σε μία σύμβαση είναι κααταχρηστικοί ή όχι.

Καταχρηστικός και, συνεπώς, άκυρος είναι κάθε Γ.Ο.Σ., ο οποίος, χωρίς επαρκή και εύλογη αιτία, αποκλίνει από ουσιώδεις και βασικές αξιολογήσεις του ενδοτικού δικαίου, δηλαδή από τις τυπικές και συναλλακτικά δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη. Η καθοδηγητική λειτουργία του ενδοτικού δικαίου διαταράσσεται, όταν με το περιεχόμενο του Γ,Ο.Σ. αλλάζει η εικόνα που έχει διαμορφωθεί με βάση τους κανόνες του ενδοτικού δικαίου για τη συγκεκριμένη συμβατική μορφή. Επίσης, ελέγχεται για καταχρηστικότητα ρύθμιση ενός Γ.Ο.Σ., με τον οποίο επέρχεται περιορισμός θεμελιωδών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που
προκύπτουν από τη φύση της σύμβασης κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να απειλείται ματαίωση του σκοπού της.

Η παράλειψη ενημέρωσης του καταναλωτή Γ.Ο.Σ καθιστά αυτόν αδιαφανή και εντεύθεν
καταχρηστικό, ως επίσης και η πρόσδοση σε τέτοιο όρο ορισμένου περιεχομένου, εξαγομένου
από τη σιωπηρή συμπεριφορά του καταναλωτή (ΟλΑΠ 15/2007 και ΑΠ 1219/2001 και ΑΠ
1030/2001).

Με δύο λόγια η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να γνωστοποιεί σε εμφανή σημείο εκείνους τους όρους της σύμβασης που επηρεάζουν την ίδια τη σύμβαση και που συνήθως στα χαρτιά που υπογράφουμε αποτελούν τα “ψιλά γράμματα” διαφορετικά οι συγκεκριμένοι όροι οι οποίοι δεν έγιναν κατανοητοί από το συναλλασσόμενο είναι καταχρηστικοί υπό την έννοια ότι υπάρχει “ουσιώδους διαταράξεως” της συμβατικής ισορροπίας.

Σε απλά ελληνικά η απόφαση λέει ότι η τράπεζα με τα “ψιλά γράμματα” δεν παίζει με ίσους όρους σε σχέση με τον υποψήφιο συναλλασσόμενο. Έτσι, διαταράσσεται η συμβατική “ισότητα” που πρέπει να υπάρχει κατά την κατάρτιση μιας συμφωνίας, έτσι ώστε το ένα μέρος να μην είναι υπέρμετρα δεσμευμένο αναφορικά με τους όρους τς συμφωνίας σε σχέση με το άλλο.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η τράπεζα χρέωνε με έξοδα κίνησης σύμφωνα με το σχετικό κατάλογο προμηθειών, με τον χαρακτηρισμό “Έξοδα Κινήσεων Λογαριασμών (Αναλήψεις, Καταθέσεις Μετρητών ή και Επιταγών στα Ταμεία)”, σε “Λογαριασμούς ΕΥΡΩ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΙΟΥ ή ΤΡΕΧΟΥΜΕΝΟΥΣ”, την κάθε δηλαδή κίνηση λογαριασμού ταμιευτηρίου ή τρεχούμενου, που αφορά ανάληψη ή κατάθεση μετρητών ή κατάθεση επιταγής
στα Ταμεία με το ποσόν των 0,80 ευρώ ανά συναλλαγή, όταν οι κινήσεις είναι περισσότερες από τέσσερις το μήνα και ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπολογισμό έως 1.500 ευρώ, ή περισσότερες από έξι (6) το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο από 1.500,01 έως 30.000 ευρώ, ή περισσότερες από είκοσι (20) το μήνα όταν ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο από 30.000,01 έως 100.000 ευρώ, ή περισσότερες από πενήντα (50) το μήνα όταν ο λογαριασμός έχει μηνιαίο υπόλοιπο από 100.000,01 έως 200.000 ευρώ.

Ο όρος αυτός, κατά το μέρος που προβλέπει επιβάρυνση 0,80 ευρώ για κάθε κίνηση λογαριασμού ταμιευτηρίου ή τρεχούμενου, που αφορά ανάληψη ή κατάθεση μετρητών ή κατάθεση επιταγής
στα Ταμεία, είναι καταχρηστικός σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 6 Ν. 2251/94.

Είναι καταχρηστικός ο συγκεκριμένος όρος με το σκεπτικό ότι διαταράσσει τη συμβατική ισορροπία και τούτο, διότι η Τράπεζα επιχειρεί να μετακυλίσει στον καταναλωτή έξοδα και λειτουργικά κόστη, τα οποία έχουν ήδη συνυπολογιστεί κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης μεταξύ τους, αντισταθμίζοντας η
Τράπεζα τα προαναφερόμενα λειτουργικά κόστη με το προσφερόμενο στον καταναλωτή επιτόκιο
καταθέσεων.

Έτσι, οι Τράπεζες δανείζονται χρήματα από τους καταναλωτές με πολύ ευνοϊκούς
όρους – σε σχέση με τους όρους δανεισμού, που ισχύουν στη διατραπεζική χρηματαγορά, και
χρεώνουν προκαταβολικά τα κόστη από την υπηρεσία φύλαξης και διαχείρισης των χρημάτων
τους (των καταναλωτών). ΑΠ 2123/2009

Επιπλέον, καταχρηστικός κρίθηκε και ο όρος αναφορικά με την προμήθεια της τράπεζας για κατάθεση σε λογαριασμό τρίτου με το σκεπτικό ότι περιεχόμενο της σύμβασης ανοίγματος Τραπεζικού λογαριασμού μεταξύ Τράπεζας και πελάτη – καταθέτη αποτελεί και η κατάθεση υπέρ του πελάτη -καταθέτη δικαιούχου του λογαριασμού, ως τρίτου, χρηματικού ποσού στο ίδιο τραπεζικό λογαριασμό από τρίτο πρόσωπο ύστερα από εντολή του πελάτη – καταθέτη με την έννοια του παρεπόμενου και όχι της αυτοτελούς συναλλαγής.

Η απόφαση η οποία είναι πολυσέλιδη και για αυτονόητους λόγους δεν είναι δυνατό να αναφερθώ σε όλα τα κεφάλαιά της αποτελεί καταπέλτη για τη συνήη πρακτική των τραπεζών να επιβάλλουν επιπλέον χρεώσεις, τη στιγμή που που με τους συγκεκριμένους όρους της σύμβασης ανοίγματος λογαριασμού τα έξοδα αυτά υπερκαλύπτονται από τη διαφορά επιτοκίου κατάθεσης – δανεισμού.

Δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά πλέον οι χρεώσεις αυτές έχουν καταργηθεί από τις τράπεζες.

Είναι και άλλα πολλά που πρέπει να ειπωθούν αλλά ήδη το άρθρο είναι βαρύ για τον αναγνώστη. Σε περίπτωση που δεν έχετε καλυφθεί ζητείστε τη γνώμη μου εδώ ΖΗΤΕΙΣΤΕ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΜΟΥ

Αν σας φάνηκε χρήσιμο, μπορείτε να το μοιραστείτε:
Facebook Twitter Email

Related Posts

Leave A Reply