Πτωχευτικό Δίκαιο
Πτωχευτικό Δίκαιο. Το πτωχευτικό δίκαιο (ΠτΔ) αποτελεί ιδιαίτερο κλάδο του εμπορικού δικαίου και αναγκαστικό δίκαιο (ius cogens) που ρυθμίζει θεσμικά περιπτώσεις πτώχευσης και γενικότερα τη συλλογική ικανοποίηση των
πιστωτών.Η πτώχευση είναι η νομική κατάσταση εκείνη στην οποία μεταπίπτει έμπορος, ή εμπορική εταιρεία όταν “μόνιμα και ολοσχερώς” αδυνατεί να ικανοποιήσει τους δανειστές ή άλλους οφειλέτες.
Ειδικότερα, το ΠτΔ ενεργοποιείται όταν ο οφειλέτης βρίσκεται σε τόσο κρίσιμη οικονομική κατάσταση, ώστε να μην είναι πια σε θέση να εξοφλήσει τα χρέη του. Μολονότι δεν πρόκειται για ασυνήθιστο πρόβλημα (ιδίως μάλιστα σε περίοδο οικονομικής κρίσης), οι νομικές, αλλά και οι ψυχολογικές, ατομικές και κοινωνικές συνέπειες του είναι σημαντικές. Η ουσία του ΠτΔ συνίσταται καταρχήν στη μετατροπή ενός διμερούς προβλήματος χρέους [οφειλέτης – καθένας από τους δανειστές(μετέπειτα πιστωτές)] σε συλλογικό (οφειλέτης – όλοι οι δανειστές).Στη πράξη η πτώχευση αποτελεί «συλλογική διαδικασία», μια διαδικασία δηλαδή, που προβλέπεται σε περιπτώσεις αφερεγγυότητας επιχειρήσεων.
Όταν κηρυχθεί η πτώχευση, οι δανειστές του οφειλέτη δεν μπορούν να ασκήσουν ατομικά καταδιωκτικά μέτρα εναντίον του, αλλά ενώνονται σε μια «ομάδα», τα δικαιώματα της οποίας ασκούνται από το «σύνδικο», με σκοπό τη συνολική εκποίηση της περιουσίας του οφειλέτη και την ίση μεταχείριση όλων των πιστωτών. Αποφεύγονται έτσι ο πανικός των πιστωτών, η σώρευση δικών, η σπουδή στην κατάσχεση των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και τελικά η καταστροφή της επιχείρησής του.Η πτώχευση κηρύσσεται με απόφαση του «πτωχευτικού δικαστηρίου», του πολυμελούς δηλ. πρωτοδικείου, που εδρεύει στον «τόπο των κύριων συμφερόντων» του οφειλέτη. Προϋποθέσεις της πτώχευσης είναι:
1. Η εμπορική ιδιότητα του οφειλέτη (φυσικού ή νομικού προσώπου). Εξαίρεση αποτελούν νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν οικονομικό σκοπό, έστω και αν δεν έχουν εμπορική ιδιότητα, και τα οποία μπορούν να πτωχεύσουν. 2. Η παύση πληρωμών του οφειλέτη, οριζόμενη από το νόμο ως αδυναμία εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών του, κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Όμως και εδώ υπάρχει εξαίρεση, με την έννοια ότι πτώχευση μπορεί να κηρυχθεί και με βάση απλώς «επαπειλούμενη» αδυναμία εκπλήρωσης, με την προϋπόθεση όμως ότι την πτώχευση ζητεί ο ίδιος ο οφειλέτης.
Την κήρυξη της πτώχευσης μπορούν να ζητήσουν τα ακόλουθα πρόσωπα: Πρώτον, κάθε πιστωτής που έχει έννομο συμφέρον. Δεύτερον, ο εισαγγελέας πρωτοδικών,εφόσον τούτο δικαιολογείται από λόγους δημόσιου συμφέροντος. Και τρίτον, ο ίδιος ο οφειλέτης. Μάλιστα ο οφειλέτης όχι απλώς δικαιούται, αλλά και υποχρεούται να ζητήσει την πτώχευσή του, αν έχει ήδη περιέλθει σε κατάσταση παύσης πληρωμών.Το πτωχευτικό δικαστήριο θα κηρύξει την πτώχευση του οφειλέτη, αν διαπιστώσει ότι συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, διαφορετικά θα απορρίψει την αίτηση.
Σε γενικές γραμμές το πτωχευτικό δίκαιο λειτουργεί ως εξής: Όταν η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη καταστεί κρίσιμη και η πληρωμή των χρεών του προβληματική, υπάρχει η δυνατότητα να κηρυχθεί με δικαστική απόφαση η πτώχευσή του. Με την κήρυξη αυτής, οι διώξεις εναντίον του οφειλέτη παγώνουν και ο ίδιος υφίσταται ορισμένους περιορισμούς: Κυρίως δεν μπορεί πλέον να διαχειριστεί ή να διαθέσει την περιουσία του, ούτε να προβεί σε καταβολές χρεών. Οι εξουσίες αυτές μεταβαίνουν σε κάποιο ειδικό όργανο, το σύνδικο.
Βασικές αρχές της πτωχευτικής διαδικασίας είναι η αρχή της καθολικότητας και η αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των πιστωτών. Η αρχή της καθολικότητας σημαίνει αφενός ότι από πλευράς μεν ενεργητικού το αντικείμενο της διαδικασίας είναι όλη η περιουσία του οφειλέτη ενώ από πλευράς παθητικού, ότι στη διαδικασία συμμετέχουν καταρχήν όλοι οι πιστωτές αποτελώντας «κοινωνία ζημίας». Η αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των πιστωτών σημαίνει ότι οι πιστωτές συμμετέχουν με ίσους όρους στη διαδικασία. Οι συνήθεις λύσεις είναι η ρευστοποίηση του ενεργητικού της περιουσίας του οφειλέτη και η διανομή του προϊόντος της στους πιστωτές, η διευθέτηση των χρεών του οφειλέτη με μορφή συμβιβασμού ή σχεδίου αναδιοργάνωσης και ο προληπτικόςσυμβιβασμός. Τα δικαιώματα των πιστωτών και οι υποχρεώσεις του οφειλέτη δεν δημιουργούνται και δεν καθορίζονται από τους πτωχευτικούς κανόνες, αλλά λαμβάνονται υπόψη στην πτώχευση ως δεδομένα. Βέβαια τα χρέη του οφειλέτη από τη στιγμή που κηρυχθεί η πτώχευση και αναγγελθούν στην πτωχευτική διαδικασία μπορεί για τους σκοπούς της πτώχευσης να υποστούν ορισμένες αλλοιώσεις, π.χ. να γίνουν ληξιπρόθεσμα ή να σταματήσει η τοκοφορία τους. Ο νέος ΠτΚ εφαρμόζεται από 16/9/2007, το παλιό όμως δίκαιο εξακολουθεί να διέπει τις «εκκρεμείς διαδικασίες». Διακρίνεταιη πρόκριση της ρευστοποίησης της περιουσίας ως μέσο ικανοποίησης των
πιστωτών, αλλά χωρίς αυτό να αποκλείει άλλες μεθόδους που θα συμφωνηθούν μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών.
Η επιλογή όμως της εξυγίανσης έναντι της ρευστοποίησης, ανήκει στη διακριτική ευχέρεια των πιστωτών, εφόσον αυτή θα οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη ικανοποίηση των συμφερόντων τους. Επίσης, το γεγονός ότι δίδονταιτέτοια δικαιώματα στους πιστωτές, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρωτεύων στόχος της πτώχευσης είναι η βέλτιστη ικανοποίηση των πιστωτών πριν την ικανοποίηση άλλων συμφερόντων και η ισότιμη μεταχείρισή τους από τον νόμο. Βέβαια δικαιώματα τουοφειλέτη και των εργαζομένων προστατεύονται. Τέλος, με σκοπό την αποτροπή της πτώχευσης, ο οφειλέτης μπορεί να προβεί σε διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές του για τηρύθμιση των χρεών του και την ανόρθωση της επιχείρησής του. Καμιά φορά η ρύθμιση των χρεών επιβάλλεται και νομοθετικά. Ο οφειλέτης δηλαδή, ενεργώντας προληπτικά, έρχεται σε –κατά το δυνατόν γενικότερη- συμφωνία με τους πιστωτές του πριν πτωχεύσει, επιτυγχάνοντας περίοδο χάριτος, μειώσεις των οφειλόμενων ποσών, μετατροπή των χρεών σε κεφάλαια, χρηματοδοτική στήριξη. Τέτοιες όμως συμφωνίες διέπονται από τη σχετικότητα των ενοχών και δεσμεύουν μόνο τον οφειλέτη και τους πιστωτές που θέλησαν να συμβληθούν. Άρα αν η πλειονότητα των πιστωτών δεν συμφωνήσει η εξυγιαντική προσπάθεια θα αποτύχει.