επιστροφη κλεμμενων στο δημόσιο: Εάν επιστραφούν μέχρι να αρχίσει το δικαστήριο προβλέπεται δραστική μείωση των ποινών. Ποιες περιπτώσεις περιλαμβάνει, ποια είναι η διαδικασία, πως αποδεσμεύονται τα χρήματα και ποιες είναι οι εξαιρέσεις.
επιστροφη κλεμμενων στο δημόσιο
επιστροφη κλεμμενων στο δημόσιο: Εάν επιστραφούν μέχρι να αρχίσει το δικαστήριο προβλέπεται δραστική μείωση των ποινών. Ποιες περιπτώσεις περιλαμβάνει, ποια είναι η διαδικασία, πως αποδεσμεύονται τα χρήματα και ποιες είναι οι εξαιρέσεις.
Ποιες είνει οι συνέπειες από την πλήρη ικανοποίηση του παθόντος Δημοσίου;
1. Ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος για την τέλεση των εγκλημάτων του άρθρου 1 και
οποιοσδήποτε τρίτος που ενεργεί με εντολή και για λογαριασμό του, μπορούν, με ανέκκλητη
έγγραφη δήλωσή τους προς τον εισαγγελέα, τον ανακριτή ή το Δικαστικό Συμβούλιο, κατά
περίπτωση, να καταβάλουν το συνολικό ποσό της οριζόμενης στο κατηγορητήριο, στο κλητήριο
θέσπισμα ή στο βούλευμα ζημίας ή αξίωσης, προς πλήρη ικανοποίηση του Ελληνικού Δημοσίου ή
των νομικών προσώπων ή φορέων του άρθρου 1 και, σε περίπτωση περισσοτέρων ζημιωθέντων ή
εχόντων αξίωση, του συνόλου αυτών, από κεφάλαια στα οποία δεν έχει επιβληθεί κατάσχεση,
δέσμευση ή απαγόρευση κίνησης λογαριασμών. Η πλήρης ικανοποίηση μπορεί να γίνει μέχρι και
την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας, με την κατάθεση των
χρημάτων σε δεσμευμένο άτοκο λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, ως
δεσμευμένων χρηματικών απαιτήσεων κατά του υπόπτου ή του κατηγορουμένου. Η απόδοσή
τους στο Ελληνικό Δημόσιο και τα νομικά πρόσωπα ή τους φορείς του άρθρου 1 γίνεται κατά τα
αναφερόμενα στο άρθρο αυτό.
Ποια η τύχη των δεσμευμένων λογαριασμών ;
2. Ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος για την τέλεση των εγκλημάτων του άρθρου 1 ή τρίτος, σε
βάρος των οποίων έχει επιβληθεί ή διαταχθεί δέσμευση, κατάσχεση ή απαγόρευση κίνησης
τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, ο ίδιος και σε περίπτωση κοινών λογαριασμών
και οι συνδικαιούχοι αυτών, μπορούν, με ανέκκλητη έγγραφη δήλωσή τους προς τον εισαγγελέα,
τον ανακριτή, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο, να συναινέσουν στην οριστική απόδοση
στο Ελληνικό Δημόσιο και στα νομικά πρόσωπα ή στους φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 1,
και προς πλήρη ικανοποίηση αυτών, μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στον πρώτο
βαθμό δικαιοδοσίας, του ποσού της οριζόμενης στο κατηγορητήριο, το κλητήριο θέσπισμα ή το
παραπεμπτικό βούλευμα ζημίας ή αξίωσής τους, για το οποίο έχει επιβληθεί ή διαταχθεί δέσμευση,
κατάσχεση ή απαγόρευση κίνησης τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, εφόσον κατά
το χρόνο της υποβολής της δήλωσής τους δεν υφίσταται ήδη εισπρακτέα απαίτησή τους,
σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 1. Στην περίπτωση του
προηγούμενου εδαφίου διατάσσεται από το ανωτέρω αρμόδιο όργανο η άρση της κατάσχεσης,
της δέσμευσης ή της απαγόρευσης και η καταβολή του ως άνω οριζομένου ποσού στο Ελληνικό
Δημόσιο και τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα ή φορείς και του τυχόν υπερβάλλοντος στον δικαιούχο
αυτού, με την επιφύλαξη των προβλέψεων της παραγράφου 6 του άρθρου 1.
Τι θεωρείται πλήρη ικανοποίηση;
3. Ως πλήρης ικανοποίηση, κατά τις προηγούμενες παραγράφους, νοείται η ολοσχερής απόδοση
του ποσού της οριζόμενης στο κατηγορητήριο, στο κλητήριο θέσπισμα ή στο βούλευμα, ζημίας ή
αξίωσης ενός εκάστου νομικού προσώπου ή φορέα του άρθρου 1, η οποία προέρχεται από την
τέλεση των ερευνώμενων εγκλημάτων. Το αποδιδόμενο με την ανέκκλητη έγγραφη δήλωση ποσό
πρέπει να είναι ελεύθερο από επικρατέστερα, κατά τις κείμενες διατάξεις, δικαιώματα τρίτων επί
των μετρητών ή των τραπεζικών λογαριασμών.
Ποιες ποινές επιβάλλονται στονκατηγορούμενο που επέστρεψε τα κλεμμένα;
4. Στις περιπτώσεις της, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2, και 3, πλήρους ικανοποίησης του
ζημιωθέντος και, σε περίπτωση περισσοτέρων, του συνόλου αυτών, επιβάλλονται στον
κηρυχθέντα ένοχο οι εξής ποινές: α) αν η προβλεπόμενη στο νόμο ποινή είναι ισόβια κάθειρξη,
επιβάλλεται: αα) κάθειρξη μέχρι δέκα (10) έτη, αν η ικανοποίηση των ανωτέρω προσώπων λάβει
χώρα μέχρι την απολογία του κατηγορουμένου στον ανακριτή και ββ) κάθειρξη μέχρι δεκαπέντε
(15) έτη, αν η ικανοποίησή τους λάβει χώρα μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στην
πρωτοβάθμια δίκη, β) αν η προβλεπόμενη στο νόμο ποινή είναι κάθειρξη άνω των δέκα (10) ετών
επιβάλλεται: αα) φυλάκιση, τουλάχιστον ενός (1) έτους, αν η ικανοποίηση των ανωτέρω
προσώπων λάβει χώρα μέχρι την απολογία του κατηγορουμένου στον ανακριτή και ββ) φυλάκιση
τουλάχιστον τριών (3) ετών, αν η ικανοποίησή τους λάβει χώρα μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής
διαδικασίας στην πρωτοβάθμια δίκη και γ) αν η προβλεπόμενη στο νόμο ποινή είναι κάθειρξη μέχρι
δέκα (10) έτη, επιβάλλεται: αα) φυλάκιση μέχρι δύο (2) έτη, αν η ικανοποίηση των ανωτέρω
προσώπων λάβει χώρα μέχρι την απολογία του κατηγορουμένου στον ανακριτή και ββ) φυλάκιση
μέχρι τρία (3) έτη, αν η ικανοποίησή τους λάβει χώρα μέχρι την έναρξη της αποδεικτικής
διαδικασίας στην πρωτοβάθμια δίκη.
5. Ο κακουργηματικός χαρακτήρας των πράξεων του άρθρου 1 εξακολουθεί να παραμένει ακόμα
και στην περίπτωση πρόβλεψης ποινής φυλάκισης.
6. Επί πλημμελημάτων, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 384 και 406Α του Ποινικού
Κώδικα.
7. Σε περιπτώσεις συμμετοχής, η κατά τα ανωτέρω πλήρης ικανοποίηση από έναν ή ορισμένους
εκ των περισσοτέρων συμμετεχόντων, ωφελεί και τους υπόλοιπους που συμφωνούν. Ο
συμμέτοχος που δεν συμφωνεί, δεν υπάγεται στις ανωτέρω ρυθμίσεις.
Τι γίνεται με τις ηθικές βλάβες;
Η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 και 2 δεν επηρεάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την
προβολή και την ικανοποίηση των μη περιουσιακών αξιώσεων του πολιτικώς ενάγοντος, καθώς
και τα δικαιώματα αυτού.
Ποιοι εξαιρούνται από τη συγκεκριμένη διαδικασία;
Οι ρυθμίσεις του άρθρου 2 δεν εφαρμόζονται, αν ο δράστης των πράξεων, κατά το χρόνο
τέλεσης της πράξης, είχε την ιδιότητα του Πρωθυπουργού, Υπουργού, Αναπληρωτή Υπουργού,
Υφυπουργού, Βουλευτή, Ευρωβουλευτή, Γενικού και Ειδικού Γραμματέα, Περιφερειάρχη,
Αντιπεριφερειάρχη, Δημάρχου, Αντιδημάρχου ή αν τα πρόσωπα αυτά συμμετείχαν στη διάπραξη
των εγκλημάτων.
Ποιος δικαστικός φορέας είναι αρμόδιος για την συγκεκριμένη διαδικασία;
Στις υποθέσεις του άρθρου 1, για τις οποίες έχει εκ- δοθεί παραπεμπτικό βούλευμα, αρμόδιο να
διατάξει τα οριζόμενα στα άρθρα 1 και 2 είναι το κατά περίπτωση Δικαστικό Συμβούλιο. Εάν η
υπόθεση εκκρεμεί στην κύρια ανάκριση, αρμόδιος είναι ο Ανακριτής. Μετά την έναρξη της
αποδεικτικής διαδικασίας αρμόδιο είναι το Δικαστήριο που έχει επιληφθεί.
Πως γίνεται η απόδοση των χρημάτων με δικαστική απόφαση.
1. Σε περίπτωση τελεσίδικης καταδίκης το Δικαστήριο καθορίζει το ύψος της ζημίας ή της
αξίωσης, καθώς και το πρόσωπο σε βάρος του οποίου τελέστηκε το οποιοδήποτε από τα
αναφερόμενα στο άρθρο 1 αδικήματα. Εφόσον ζημιωθέν πρόσωπο είναι το Ελληνικό Δημόσιο και
οποιοδήποτε άλλο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 νομικά πρόσωπα ή φορείς, το Δικαστήριο με
την απόφασή του διατάσσει την οριστική απόδοση του ισόποσου της ζημίας ή της αξίωσης εκ των
κατασχεθέντων ή κατατεθέντων χρημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2
αντίστοιχα. Σε περίπτωση περισσοτέρων εκ των αναφερομένων στο άρθρο 1 προσώπων, το
δικαστήριο διατάσσει την οριστική απόδοση κατά το λόγο της ζημίας ή της αξίωσής τους.
Τι γίνεται σε περίπτωση αθώωσης ή παραγραφής;
2. Σε περίπτωση αμετάκλητης απαλλαγής ή αθώωσης, διότι δεν αποδείχθηκε η αντικειμενική
υπόσταση του αδικήματος, αποδίδονται στους δικαιούχους εντόκως τα χρήματα που έχουν
αποδοθεί στο Ελληνικό Δημόσιο ή σε οποιοδήποτε άλλο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 νομικά
πρόσωπα ή φορείς, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 του άρθρου 1 και 1 και 2 του άρθρου
2, εκτός εάν υπάρχει αξίωση κατά του αθωωθέντος που είναι δυνατόν να συμψηφιστεί, είτε αυτή
εδράζεται στην ίδια είτε σε άλλη αιτία.
3. Εφόσον η ποινική δίωξη πάψει λόγω παραγραφής ή για οποιονδήποτε άλλο μη ουσιαστικό
λόγο το Συμβούλιο ή το Δικαστήριο αποφαίνεται υποχρεωτικά σχετικά με την ύπαρξη αξίωσης και
διατάσσει την απόδοση των σχετικών ποσών στους ζημιωθέντες. Το επιτόκιο του πρώτου εδαφίου
ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Πως γίνεται η απόδοση;
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων ορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και ο χρόνος απόδοσης των χρηματικών
απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου και των λοιπών φορέων του άρθρου 1, τα σχετικά με την
παρακατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τον τρόπο απόδοσης και διαφύλαξης
από αυτό των χρηματικών ποσών και των εγγράφων που αφορούν δικαιώματα τρίτων, ο τύπος
των πιστοποιητικών, τα σχετικά με την επιστροφή των χρηματικών ποσών στους δικαιούχους, οι
απαιτούμενες ηλεκτρονικές διαδικασίες και κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια για την
εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων άρθρων.
2. Με όμοια απόφαση καθορίζεται η διαδικασία ανοίγματος και καταγραφής του περιεχομένου
θυρίδων για τις οποίες έχει επιβληθεί ή διαταχθεί δέσμευση, κατάσχεση ή το άνοιγμά τους.
Τι ισχύει για τις ήδη εκκρεμείς υποθέσεις σε βάρος του δημοσίου;
1. Στις εκκρεμείς υποθέσεις κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, η αρχή ή το
δικαιοδοτικό όργανο που εξέδωσε την οικεία απόφαση, διάταξη ή βούλευμα κατάσχεσης,
δέσμευσης, απαγόρευσης κίνησης τραπεζικών λογαριασμών ή ανοίγματος θυρίδων, ή ο Ανακριτής
ή το Δικαστικό Συμβούλιο ή το Δικαστήριο που έχει επιληφθεί διατάσσει την παρακατάθεση των
μετρητών ή των υπολοίπων λογαριασμών ή των μετρητών που περιέχονται σε θυρίδες, σε
δεσμευμένο άτοκο λογαριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ως δεσμευμένων
χρηματικών απαιτήσεων κατά του υπόπτου ή του κατηγορουμένου, κατά τα οριζόμενα στα
άρθρα 1 και
2. Για τις υποθέσεις, όμως, στις οποίες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υφίσταται
εισπρακτέα απαίτηση ή εκτελεστός τίτλος του Δημοσίου ή νομικού προσώπου ή φορέα της
παραγράφου 1 του άρθρου 1, κατά τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου
αυτού, διατάσσεται η απόδοση των μετρητών ή των υπολοίπων λογαριασμών ή των μετρητών
που περιέχονται σε θυρίδες. Σε περίπτωση κατά την οποία κατά την έναρξη ισχύος του νόμου
υπάρχουν περισσότεροι δικαιούχοι η απόδοση γίνεται κατά το λόγο της ζημίας ή της αξίωσής τους.
2. Οι ρυθμίσεις των υποπεριπτώσεων ββ’ των περιπτώσεων α’, β’ και γ’ της παραγράφου 4 του
άρθρου 2 εφαρμόζονται αναλογικά και στις υποθέσεις στις οποίες δεν συντρέχουν τα αναφερόμενα
στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και, κατά την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου: α) έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση σε πρώτο βαθμό, εφόσον λάβουν χώρα
τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 2 έως την έναρξη της αποδεικτικής
διαδικασίας στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο ή β) έχει ξεκινήσει η διαδικασία, είτε στο πρωτοβάθμιο
είτε στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο, εφόσον λάβουν χώρα τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2
του άρθρου 2 εντός τριάντα ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
Τελικές διατάξεις
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 18 παρ. 3 του
ν. 2523/1997, όπως ισχύει. H διάταξη του άρθρου 158 του ν. 2960/2001 διατηρείται σε ισχύ.