Ακύρωση πλασματικής αποδοχής με δικαστική απόφαση του πρώτου εξαδέλφου λόγω χρεών του θανόντος
Ακύρωση πλασματικής αποδοχής πρώτου εξαδέλφου λόγω χρεών του θανόντος με απόφαση του Πολ.Πρωτ.Ιωαννίνων
Ακύρωση πλασματικής αποδοχής. Μια εκ των πολλών περιπτώσεων κληρονομιάς χρεών μακρινών ίσως και άγνωστων μεταξύ τους συγγενών, σύμφωνα με την οποία, τα 2 εξαδέλφια ούτε καν γνωριζόταν μεταξύ τους. Αφού λοιπόν ο ένας εξάδελφος πέθανε, όλοι οι κοντινοί του συγγενείς έκαναν αποποίηση κληρονομιάς. Ωστόσο, κανείς δεν ενημέρωσε τον συγκεκριμένο εξάδελφο, μέχρι τη στιγμή που η εφορία του γνωστοποίησε όλα τα χρέη του εξαδέλφου του ύψους 800.000 ευρώ. Έτσι ο εξάδελφος κατέθεσε αγωγή για την ακύρωση πλασματικής αποδοχής στην κληρονομιά του θανόντος εξαδέλφου του.
Εν τέλει η αγωγή έγινε δεκτή διότι το δικαστήριό έκρινε ότι η άγνοια του θανάτου, εν τοις πράγμασι δεν ξεκίνησε ποτέ τη προθεσμία του τετραμήνου για τον εξάδελφο. Μετά την έκδοση και τελεσιδικία της αποφάσεως, τότε ξεκινάει το τετράμηνο της αποποίησης του εξαδέλφου.
Τι ορίζει ο νόμος για την αποποίηση και το χρονικό διάστημα της;
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1847 παρ. 1 εδάφ. α’ του ΑΚ, ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της, κατά, δε, τη διάταξη του άρθρου 1850 του ίδιου Κώδικα, η αποποίηση είναι άκυρη, αν γίνει μετά την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση, ενώ, αν περάσει η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι το δικαίωμα αποποίησης της κληρονομίας είναι διαπλαστικό και υπόκειται σε τετράμηνη αποσβεστική προθεσμία, μετά την άπρακτη πάροδο της οποίας η άσκηση του δικαιώματος αποποίησης είναι άκυρη, η ακυρότητα, δε, επέρχεται αυτοδικαίως και είναι οριστική και αθεράπευτη και, ως εκ τούτου, δεν απαιτείται, ούτε είναι λογικώς νοητή, άσκηση αγωγής για την κήρυξη αυτής.
Τι είναι η πλασματική αποδοχή και ποιες είναι οι συνέπειές της;
Ωστόσο, προς άρση της αβεβαιότητας για την τύχη της προς τον κληρονόμο επαγωγής, μετά την πάροδο άπρακτης της τετράμηνης αποσβεστικής προθεσμίας προς αποποίηση της κληρονομίας, η διάταξη του άρθρου 1850 εδάφ. β’ του ΑΚ καθιερώνει, υπό μορφή νομίμου αμάχητου τεκμηρίου, το πλάσμα δήλωσης του, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αυτής, απρακτήσαντος κληρονόμου για αποδοχή της κληρονομιάς. Για το λόγο αυτό, η εν λόγω αποδοχή χαρακτηρίζεται ως πλασματική αποδοχή κληρονομίας και ως μία από τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες η σιωπή επέχει θέση δήλωσης βούλησης (ΕφΑθ 2226/2013 ΕλλΔ/νη 2014.490, Δ. Φλάμπουρας σε Απ. Γεωργιάδη, «Σύντομη Ερμηνεία του Αστικού Κώδικα» τόμος II, εκδ. 2010, σελ. 1360 – 1361). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 1901 εδάφ. α’ του ΑΚ, ο κληρονόμος ευθύνεται και με τη δική του περιουσία για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας.
Τι προβλέπει ο νόμος σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της αποποίησης και πότε μπορεί να υπάρχει πλάνη ως προς την αποδοχή;
Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 1857 εδάφ. β’ περ. 1, γ’ και δ’ του ΑΚ προκύπτει ότι η οφειλόμενη σε πλάνη αποδοχή της κληρονομίας, ακόμα και αν συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση, κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες, χωρίς, όμως, να θεωρείται ουσιώδης η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό ή το παθητικό της κληρονομίας. Επιπρόσθετα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 140 και 141 του ΑΚ, αν κάποιος καταρτίζει δικαιοπραξία και η δήλωση του δεν συμφωνεί από ουσιώδη πλάνη με τη βούλησή του, έχει δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει, σαφώς, ότι η αποδοχή της κληρονομίας μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η αποδοχή, που συνάγεται με τον τρόπο αυτό κατά πλάσμα του νόμου, δεν συμφωνεί με τη βούλησή του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την αληθινή κατάσταση, ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης.
Πότε η πλάνη δεν είναι ουσιώδης;
Η εσφαλμένη, δε, γνώση ή άγνοια, που δημιουργεί τη μεταξύ της βούλησης και δήλωσης διάσταση και η οποία, όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια ή εσφαλμένη γνώση των νομικών διατάξεων για την αποδοχή της κληρονομιάς (ΟλΑΠ 3/1989 ΝοΒ 38.607, ΑΠ 173/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 951/2013 ΧρΙΔ 2014.602).
Πότε η πλάνη είναι ουσιώδης;
Υπάρχει, δε, πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονομίας και όταν η άγνοια του κληρονόμου ανάγεται α) στο σύστημα της κατά τον Αστικό Κώδικα κτήσης της κληρονομίας, που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία της διάταξης του άρθρου 1847 του ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και β) στην ύπαρξη της προβλεπόμενης στη διάταξη του άρθρου 1847 του ΑΚ προθεσμίας προς αποποίηση ή της, κατά τη διάταξη του άρθρου 1850 του ΑΚ, νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης. Ας σημειωθεί, άλλωστε, ότι η αποδοχή της κληρονομίας είναι μονομερής δικαιοπραξία, που δεν απευθύνεται προς άλλο ορισμένο πρόσωπο (ΑΠ 951/2013 ΧρΙΔ 2014.602, ΑΠ 1087/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1211/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2226/2013 ΕλλΔ/νη 2014.490, ΕφΛαρ 418/2012 Δικογραφία 2013 σελ. 38).
Κατά ποιού στρέφεται η αγωγή για την ακύρωση πλασματικής αποδοχής;
Η αγωγή προς ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας και η αντίστοιχη ένσταση στρέφεται, σύμφωνα με τη διασταλτική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 155 του ΑΚ, και κατά του αμέσως έλκοντος έννομο κληρονομικό συμφέρον από την έκπτωση αυτού που ακυρωσίμως αποδέχθηκε και που, στη συνέχεια, θα αποποιηθεί, δηλαδή κατ’ εκείνου, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομία μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του ενάγοντος στην περί ακυρώσεως δίκη, καθώς επίσης και κατά του δανειστή της κληρονομίας (ΑΠ 572/2016, ΠΠΑθ 373/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Τέλος, μετά την τελεσιδικία της απόφασης για την ακύρωση πλασματικής αποδοχής, ο κληρονόμος πρέπει να προβεί εμπρόθεσμα και νομότυπα σε αποποίηση της κληρονομίας (ΠΠΑθ 3606/2017 αδημ. στο νομικό τύπο).
Πότε παραγράφεται η αγωγή για την ακύρωση πλασματικής αποδοχής;
Σύμφωνα με το άρθρο 1857 παρ. 2 του ΑΚ, η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κληρονομίας λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής παραγράφεται μετά από ένα εξάμηνο. Με βάση τη διάταξη του ανωτέρω άρθρου, κατ’ απόκλιση από τις γενικές διατάξεις, κατά τις οποίες το δικαίωμα ακύρωσης ακυρώσιμης δικαιοπραξίας αποσβέννυται μετά την πάροδο διετίας από την δικαιοπραξία ή από την παρέλευση της πλάνης, απάτης ή απειλής, και, σε κάθε περίπτωση, μετά την πάροδο εικοσαετίας από την δικαιοπραξία (άρθρο 157 του ΑΚ), το δικαίωμα ακύρωσης της αποδοχής της κληρονομίας, καίτοι κατά τη φύση του διαπλαστικό, υποβάλλεται σε εξάμηνη παραγραφή.
Από πότε αρχίζει ο χρόνος της παραγραφής;
Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από την επομένη ημέρα της αποδοχής, επί, δε, πλασματικής αποδοχής από την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης. Αν, όμως, η πλάνη, η απάτη ή απειλή εξακολουθήσουν και μετά την αποδοχή, κατ’ ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 157 εδ. β’ και γ’ του ΑΚ, το εξάμηνο αρχίζει από τότε που παρήλθε η κατάσταση αυτή και, σε κάθε περίπτωση, όταν περάσουν είκοσι χρόνια από την αποδοχή (ΑΠ 858/1990 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσσ 1920/2013 Αρμ 2014.2062, ΕφΛαρ 549/2011 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2012.217, ΠΠΛαρ 123/2017 αδημ στο νομικό τύπο, ΠΠΑΘ 304/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).