Οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα με το νέο νόμο 3904/2010- Τι ισχύει ΠΛΕΟΝ για την μετατροπή και αναστολή της ποινής, την εξάλειψη του αξιοποίνου και την ευεργετική μεταχείριση των δραστών που επιλέγουν την ποινική συνδιαλλαγή.
Οι αλλαγές στη Ποινική Δικονομία
Για τη μετατροπή της ποινής κατά το άρθρο 82 ΠΚ
Θα εκτιμώνται πλέον τα καθαρά έσοδα του δράστη και η εν γένει οικονομική του κατάσταση αλλά και οι υποχρεώσεις του.
Το ποσό της μετατροπής καθορίζεται με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, αφού
ληφθεί υπόψη η προσωπική και οικονομική κατάσταση του δράστη, για τον
προσδιορισμό της οποίας λαμβάνονται υπόψη τα καθαρά έσοδα που έχει από την
εργασία του κατά μέσο όρο κάθε ημέρα, άλλα εισοδήματα και η περιουσία του,
καθώς και οι οικογενειακές του υποχρεώσεις. Αλλες υποχρεώσεις του μπορούν
επίσης να συνυπολογισθούν από το δικαστήριο.
ενώ αυξάνονται τα ποσά της εξαγοράς της ποινής ανά ημέρα φυλάκισης/κράτησης
Κάθε ημέρα φυλάκισης υπολογίζεται σε ποσό από τρία (3) ευρώ έως εκατό
(100) ευρώ και κάθε ημέρα κράτησης σε ποσό από ένα (1) ευρώ έως τριάντα (30)
ευρώ. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων και Οικονομικών μπορεί να αυξομειώνονται τα προβλεπόμενα ποσά
μετατροπής των περιοριστικών της ελευθερίας ποινών.
Η πληρωμή της ποινής εάν διαπιστωθεί αδυναμία θα καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις σε 2-3 έτη.
Μετά τη μετατροπή της στερητικής της ελευθερίας ποινής, το δικαστήριο
εκτιμά αν εκείνος που καταδικάστηκε μπορεί να καταβάλει αμέσως το σύνολο του
ποσού της μετατροπής. Αν διαπιστωθεί ότι υπάρχει αδυναμία άμεσης καταβολής ή
ότι η καταβολή θα συνεπαγόταν την αδυναμία καταβολής της αποζημίωσης στο
θύμα, το δικαστήριο καθορίζει προθεσμία, από δύο ως τρία έτη, ώστε μέσα σε
αυτήν να καταβάλει εκείνος που καταδικάστηκε το πιο πάνω ποσό σε δόσεις που
ορίζει το ίδιο δικαστήριο.
Σε περίπτωση πάλι που ο δράστης δηλώσει στο δικαστήριο την αδυναμία του να καταβάλει το ποσό της μετατροπής της ποινής σε 2 – 3 χρόνια τότε εναλλακτικά το δικαστήριο μπορεί να επιβάλλει την παροχή κοινωφελούς εργασίας από το δράστη για συγκεκριμένο αριθμό ωρών που καθορίζονται στη παρ. 5 του άρθρου 82.
Αν εκείνος που καταδικάστηκε δηλώσει ότι δεν θα μπορέσει να καταβάλει το
ποσό της μετατροπής μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, το
δικαστήριο μετατρέπει περαιτέρω τη χρηματική ποινή ή το πρόστιμο, εν όλω ή εν
μέρει, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, εφόσον συμφωνεί ή το ζητά εκείνος που
καταδικάστηκε. Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο ορίζει και τον αριθμό των
ωρών κοινωφελούς εργασίας που κυμαίνονται από 100 έως 240 ώρες για ποινή ως
ένα έτος, 241 έως 480 ώρες για ποινή από ένα έως δύο έτη και 481 έως 720 ώρες
για ποινή από δύο έως τρία έτη, ενώ προσδιορίζει και προθεσμία όχι μεγαλύτερη
από τρία έτη για την εκτέλεση τους.
Η μετατροπή δεν εφαρμόζεται στους καταδικασθέντες για εμπόριο ναρκωτικών και όπου αλλού ειδική διάταξη προβλέπει κάτι άλλο διαφορετικό στους ειδικούς ποινικούς νόμους κλπ.
Η μετατροπή κατά τις προηγούμενες παραγράφους αποκλείεται στις
περιπτώσεις καταδίκης για κακούργημα εμπορίας ναρκωτικών. Διατάξεις του
Ποινικού Κώδικα ή ειδικών ποινικών νόμων, που αποκλείουν ή ρυθμίζουν με άλλο
τρόπο τη μετατροπή των στερητικών της ελευθερίας ποινών σε χρηματικές ή
πρόστιμα ή καθορίζουν αλλιώς την έννοια της μετατροπής καταργούνται με την
επιφύλαξη του προηγούμενου εδαφίου.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ αρθρο 99 ΠΚ
Ο νομοθέτης μέχρι πρόσφατα επέτρεπε την χορήγηση αναστολής σε όλους τους δράστες που είχαν καταδικαστεί για πρώτη φορά σε ποινές μέχρι6 μήνες και για δεύτερη φορά κάτω από δύο έτη. Τώρα οι 6 μήνες γίνονται 1 έτος και τα 2 έτη γίνονται 3 έτη. Εκείνος όμως που αλλάζει είναι η διάρκεια της αναστολής εκτέλεσης της ποινής δεδομένου ότι ήταν 3-5 χρόνια, ενώ με την τελευταία τροποιποίηση γίνεται 1-3 έτη. Τέλος ΔΕΝ εξαρτάται πλέον η χορήγηση της αναστολής από τη προηγούμενη καταβολή των δικαστικών εξόδων.
Αν κάποιος που δεν έχει καταδικασθεί αμετάκλητα για κακούργημα ή
πλημμέλημα σε περιοριστική της ελευθερίας ποινή μεγαλύτερη από ένα έτος, με
μία μόνη ή με περισσότερες αποφάσεις που οι ποινές δεν υπερβαίνουν συνολικά
το πιο πάνω όριο, καταδικασθεί σε τέτοια ποινή που δεν υπερβαίνει τα τρία
έτη, το δικαστήριο με την απόφαση του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της
ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από ένα και
ανώτερο από τρία έτη, εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην
αιτιολογία της αποφάσεως στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής κατά το άρθρο 82
είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων
αξιόποινων πράξεων. Ο χρόνος αναστολής δεν μπορεί να είναι βραχύτερος από τη
διάρκεια της ποινής. Η αναστολή εκτέλεσης της ποινής δεν μπορεί να εξαρτηθεί
από την προηγούμενη καταβολή των δικαστικών εξόδων.
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ 3 ΕΤΗ άρθρο 100 ΠΚ
Σε αυτή τη περίπτωση το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να υποχρεώσει τον δράστη να παρακολουθεί συνεδρίες κοινωνικής αρωγής υπό την εποπτεία ειδικών κοινωνικών λειτουργών για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που ορίζεται στο νόμο.
Αν κάποιος καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης μεγαλύτερη από τρία έτη και
συντρέχει στο πρόσωπο του η προϋπόθεση του άρθρου 99 παράγραφος 1, το
δικαστήριο διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής του υπό όρους και υπό
την επιμέλεια και επιτήρηση επιμελητή κοινωνικής αρωγής, για ορισμένο
διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρία και ανώτερο από πέντε
έτη, εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία της
αποφάσεως στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής είναι απολύτως αναγκαία για να
αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων.
Η επιμέλεια και επιτήρηση από τον επιμελητή κοινωνικής αρωγής
περιλαμβάνει εβδομαδιαίες συνεδρίες με τον καταδικασμένο, ατομικά ή μαζί με
άλλους καταδικασμένους για ανάλογα εγκλήματα, στο πλαίσιο των οποίων
επιχειρείται η συνειδητοποίηση της βαρύτητας των πράξεων που τέλεσε, η
ανάδειξη των συνεπειών τους, η αναζήτηση των αιτίων που οδήγησαν στο έγκλημα
αλλά και των προτάσεων για τη μη επανάληψη του. Στα καθήκοντα του επιμελητή
ανήκει επίσης η επίβλεψη για την εκπλήρωση των όρων που επιβάλλει το
δικαστήριο και η υποβολή ανά εξάμηνο σχετικής έκθεσης στον αρμόδιο
εισαγγελέα. Με τον ίδιο τρόπο αναφέρει αμέσως κάθε σοβαρή παραβίαση των όρων
που έχουν τεθεί στον καταδικασμένο.
ΑΠΟΛΥΣΗ ΚΑΤΑΔΙΚΟΥ ΜΕ ΟΡΟΥΣ άρθρο 105 ΠΚ
Προστίθεται παράγραφος η οποία επιτρέπει στον κατάδικο να απολυθεί με συγκεκριμένους όρους. Ειδικότερα, εφόσον δεν του έχει μετατραπεί η ποινή σε χρηματική, ο κατάδικος έχει τη δυνατότητα αφού εκτίσει το 1/5 της ποινής του να ζητήσει τη μετατροπή του άλλου 1/5 της ποινής του και να απολυθεί με όρους και εφόσον διαπιστωθεί η αδυναμία εξαγοράς της ποινής από το δράστη τότε μετατρέπει την εξαγορά σε παροχή κοινωφελούς εργασίας.
Σε ποινές φυλάκισης που δεν έχουν μετατραπεί, αν έχει εκτιθεί με
οποιονδήποτε τρόπο το ένα πέμπτο αυτών, το τριμελές πλημμελειοδικείο του
τόπου κράτησης μετατρέπει το επόμενο ένα πέμπτο αυτών σε χρηματική ποινή και
διατάσσει την απόλυση του κρατουμένου, εκτός αν με ειδική αιτιολογία κρίνει
από την εν γένει συμπεριφορά του κατά το χρόνο έκτισης της ποινής ότι η
χρηματική ποινή δεν αρκεί για να αποτραπεί ο κατάδικος από την τέλεση άλλων
αξιόποινων πράξεων. Κατά της απόφασης ο κατάδικος μπορεί να ασκήσει έφεση.
Εάν το δικαστήριο κρίνει ότι ο κατάδικος βρίσκεται σε απόλυτη οικονομική
αδυναμία να καταβάλει τη χρηματική ποινή, τη μετατρέπει σε ποινή παροχής
κοινωφελούς εργασίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 82.
Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται αναλόγως οι παράγραφοι 6 έως 8 του άρθρου 82
στη παράγραφο 7 που προστίθεται στο ίδιο άρθρο 105 ΠΚ
ορίζεται πότε η κάθε μερα παραμονής στη φυλακή πολογίζεται ευργετικά υπερ του κρατουμένου ως περισσότερες ημέρες κράτησης. Αφορά κυρίως περιπτώσεις βαριά ασθενών κρατουμένων.\
Κάθε ημέρα παραμονής σε σωφρονιστικό κατάστημα κρατουμένων που πάσχουν
από ημιπληγία ή παραπληγία, σκλήρυνση κατά πλάκας ή έχουν υποβληθεί σε
επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς, ήπατος, νεφρού ή μυελού ή είναι φορείς του
συνδρόμου επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή πάσχουν από κακοήθη
νεοπλάσματα ή από νεφρική ανεπάρκεια για την οποία γίνεται τακτική
αιμοκάθαρση και από φυματίωση κατά τη διάρκεια της θεραπείας της,
υπολογίζεται ευεργετικά ως δύο ημέρες εκτιόμενης ποινής. Το ίδιο ισχύει και:
α) για κάθε πάθηση που το διαπιστωμένο από υγειονομική επιτροπή ποσοστό
αναπηρίας είναι 80% και άνω, β) για τις κρατούμενες μητέρες για όσο διάστημα
έχουν μαζί τους τα ανήλικα τέκνα τους. Για τον ευεργετικό υπολογισμό
αποφασίζει ο κατά το Σωφρονιστικό Κώδικα αρμόδιος δικαστικός λειτουργός, μετά
από αίτηση του κρατουμένου και πρόταση του Συμβουλίου Εργασίας Κρατουμένων. Η
παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 2776/1999, ως ισχύει, εφαρμόζεται αναλόγως για τα
πειθαρχικά παραπτώματα των πιο πάνω κρατουμένων
Το ίδιο ευργετικά λειτουργεί και η τροποποίηση του άρθρου 56 ΠΚ για του υπερήλικες.
Εκείνος που καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης και έχει υπερβεί το
εβδομηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του, εκτίει την ποινή ή το υπόλοιπο της
ποινής στην κατοικία του, εκτός αν με ειδική αιτιολογία κριθεί ότι η έκτιση
της ποινής σε κατάστημα κράτησης είναι απολύτως αναγκαία για να αποτραπεί από
την τέλεση άλλων αντίστοιχης βαρύτητας εγκλημάτων. Εάν το πιο πάνω όριο
ηλικίας έχει συμπληρωθεί κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, αποφασίζει το
δικαστήριο που επιβάλλει την ποινή. Σε κάθε άλλη περίπτωση, αποφασίζει το
συμβούλιο πλημμελειοδικών μετά από αίτηση του καταδικασμένου. Στην περίπτωση
αυτή, οι καταδικασθέντες υποχρεούνται να εμφανίζονται την πρώτη ημέρα κάθε
μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας τους. Αν παραλείψουν την
υποχρέωση τους αυτή, ο εισαγγελέας έκτισης της ποινής, εκτιμώντας τη
συχνότητα των παραλείψεων και τους λόγους στους οποίους οφείλονται, μπορεί
να: α) προειδοποιήσει τους καταδικασθέντες για τις συνέπειες που θα έχει η μη
εκπλήρωση της υποχρέωσης τους, β) διατάξει την έκτιση μέρους της ποινής τους
που δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ένα μήνα στο κατάστημα κράτησης ή γ)
διατάξει την έκτιση της ποινής τους στο κατάστημα κράτησης. Η διάταξη του
άρθρου 105 έχει και εδώ ανάλογη εφαρμογή
άρθρο 384 ΠΚ και προσθήκη 406 Α- ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΞΑΛΕΙΨΗΣ ΤΟΥ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΥ
Μετά την πρόσθεση της ποινικής συνδιαλλαγής στο Κώδικα ποινικής δικονομίας πρέπει να εξαλειφεται το αξιόποινο πράξεων ποου εμπίπτουν σε αυτή τη νέα δικαδικασία για το ποινικό μας σύστημα. Ειδικότερα:
Το αξιόποινο των εγκλημάτων των άρθρων 372-374, 375-377, 381 και 382
εξαλείφεται, αν ο υπαίτιος με δική του θέληση και πριν εξεταστεί με
οποιονδήποτε τρόπο για την πράξη του από τις αρχές αποδώσει χωρίς παράνομη
βλάβη τρίτου το πράγμα ή ικανοποιήσει εντελώς τον ζημιωθέντα. Η μερική μόνο
απόδοση ή ικανοποίηση εξαλείφει το αξιόποινο κατά το αντίστοιχο μόνο μέρος.
Εάν ο υπαίτιος των πράξεων της παραγράφου 1 μέχρι την άσκηση της ποινικής
δίωξης, χωρίς παράνομη βλάβη τρίτου αποδώσει το πράγμα και δηλώσει ο παθών ή
οι κληρονόμοι του ότι δεν έχουν άλλη αξίωση από την πράξη ή ικανοποιήσει
εντελώς τον ζημιωθέντα, καταβάλλοντος αποδεδειγμένα ή κατά δήλωση του
παθόντος ή των κληρονόμων του το κεφάλαιο και τους τόκους υπερημερίας, δεν
κινείται ποινική δίωξη και η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με αιτιολογημένη
πράξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών.
Ο υπαίτιος των πλημμελημάτων, που προβλέπονται στα άρθρα 372, 373, 375-
377, 381 και 382 απαλλάσσεται από κάθε ποινή αν, μέχρι το τέλος της
αποδεικτικής διαδικασίας στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αποδώσει το πράγμα και
δηλώσει ο παθών ή οι κληρονόμοι του ότι δεν έχουν άλλη αξίωση από την πράξη ή
ικανοποιήσει εντελώς τον ζημιωθέντα, καταβάλλοντος αποδεδειγμένα ή κατά
δήλωση του παθόντος ή των κληρονόμων του το κεφάλαιο και τους τόκους
υπερημερίας.
Στην απόπειρα των πράξεων της παραγράφου 1 αρκεί δήλωση του παθόντος ή
των κληρονόμων του ότι έχουν ικανοποιηθεί.
Η δήλωση του παθόντος ή των κληρονόμων του ότι ικανοποιήθηκαν εντελώς
ισχύει για όλους τους συμμέτοχους, εκτός από εκείνους που δηλώνουν ότι δεν
την αποδέχονται.”.
Μετά το άρθρο 406 του Ποινικού Κώδικα, προστίθεται άρθρο 406Α, ως εξής:
Το αξιόποινο των εγκλημάτων των άρθρων 386 έως 406 εξαλείφεται, αν ο
υπαίτιος με δική του θέληση και πριν εξεταστεί με οποιονδήποτε τρόπο για την
πράξη του από τις αρχές ικανοποιήσει εντελώς τον ζημιωθέντα. Η μερική μόνο
ικανοποίηση εξαλείφει το αξιόποινο κατά το αντίστοιχο μόνο μέρος.
Εάν ο υπαίτιος των πράξεων της παραγράφου 1 μέχρι την άσκηση της ποινικής
δίωξης, ικανοποιήσει εντελώς τον ζημιωθέντα, καταβάλλοντος αποδεδειγμένα ή
κατά δήλωση του παθόντος ή των κληρονόμων του το κεφάλαιο και τους τόκους
υπερημερίας, δεν κινείται ποινική δίωξη και η υπόθεση τίθεται στο αρχείο με
αιτιολογημένη πράξη του εισαγγελέα πλημμελειοδικών.
Ο υπαίτιος των πλημμελημάτων, που προβλέπονται στα άρθρα 386 έως 406,
απαλλάσσεται από κάθε ποινή αν, μέχρι το τέλος της αποδεικτικής διαδικασίας
στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, ικανοποιήσει εντελώς τον ζημιωθέντα,
καταβάλλοντος αποδεδειγμένα ή κατά δήλωση του παθόντος ή των κληρονόμων του
το κεφάλαιο και τους τόκους υπερημερίας.
Οι διατάξεις του άρθρου 384 παράγραφοι 4 και 5 εφαρμόζονται αναλόγως.
Επί του εγκλήματος του άρθρου 390 δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άνω
παραγράφων, όταν η πράξη στρέφεται κατά του Δημοσίου, νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου και οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου
βαθμού.
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται:
α) τα άρθρα 100Α, 316, 317, 318, 319, 320, 321, 379, 393, 395, 402, 404 παρ.
5 και 384Α του Ποινικού Κώδικα,
5 Comments