αυτοδίκαιη και δυνητική αργία δημοσίου υπαλλήλου με το νέο νόμο περί εκδημοκρατισμού της Διοίκησης – Καταπολέμηση Γραφειοκρατίας και Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση. Αποκατάσταση αδικιών ν. 4325/2014
αυτοδίκαιη και δυνητική αργία δημοσίου υπαλλήλου
2. Το άρθρο 103 του Ν.3528/2007 (Α’ 26) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 103 Αυτοδίκαιη αργία
1. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία:
α) Ο υπάλληλος ο οποίος στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία, ύστερα από ένταλμα
προσωρινής κράτησης ή δικαστική απόφαση, έστω και αν απολύθηκε με εγγύηση.
β) Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης. Η αργία αρχίζει από την
κοινοποίηση της πειθαρχικής απόφασης και λήγει την τελευταία ημέρα της προθεσμίας άσκησης
προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή την ημέρα που δημο- σιεύθηκε η απόφαση
του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον έχει ασκηθεί προσφυγή.
γ) Ο εκπαιδευτικός ή υπάλληλος που υπηρετεί σε σχολείο, σε βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική
δίωξη για οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για οποιοδήποτε έγκλημα
οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
2. Ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδίκαια στα καθήκοντά του, εάν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο
έχει τεθεί σε αργία. 3. Η διαπιστωτική πράξη θέσης σε αργία ή επανόδου εκδίδεται από το αρμόδιο
για το διορισμό όργανο.»
3. Το άρθρο 107 του Ν.3584/2007 (Α’ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 107
Αυτοδίκαιη αργία
1. Τίθεται αυτοδίκαια σε αργία:
α) Ο υπάλληλος ο οποίος στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία, ύστερα από ένταλμα
προσωρινής κράτησης ή δικαστική απόφαση, έστω και αν απολύθηκε με εγγύηση.
β) Ο υπάλληλος στον οποίο επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης. Η αργία αρχίζει από την
κοινοποίηση της πειθαρχικής απόφασης και λήγει την τελευταία ημέρα της προθεσμίας άσκησης
προσφυγής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας ή την ημέρα που δημοσιεύθηκε η απόφαση
του Συμβουλίου της Επικρατείας, εφόσον έχει ασκηθεί προσφυγή.
γ) Ο υπάλληλος που υπηρετεί σε σχολείο, σε βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη για
οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για οποιοδήποτε έγκλημα οικονομικής
εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
2. Ο υπάλληλος επανέρχεται αυτοδίκαια στα καθήκοντά του, εάν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο
έχει τεθεί σε αργία.
3. Η διαπιστωτική πράξη θέσης σε αργία ή επανόδου εκδίδεται από το αρμόδιο για το διορισμό
όργανο.»
4. Το άρθρο 104 του Ν.3528/2007 (Α’ 26) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 104
Δυνητική θέση σε αργία
Αναστολή άσκησης καθηκόντων
1. Αν συντρέχουν λόγοι δημόσιου συμφέροντος μπορεί να τίθεται σε αργία ο υπάλληλος, κατά
του οποίου:
α) Έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα το οποίο μπορεί να επισύρει την έκπτωση από την
υπηρεσία. Ειδικά, προκειμένου για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος ο υπάλληλος μπορεί να
τίθεται σε αργία εφόσον έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο για το αδίκημα αυτό.
β) Έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα, το οποίο μπορεί να επισύρει την ποινή της
οριστικής παύσης ή
γ) υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις για έκνομη διαχείριση, οι οποίες στηρίζονται σε έκθεση της
προϊσταμένης αρχής ή αρμόδιου επιθεωρητή.
2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και πριν γνωμοδοτήσει το
πειθαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο από το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο
διοίκησης του φορέα όπου υπηρετεί το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του.
Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται και γνωμοδοτεί για τη θέση του
υπαλλήλου σε αργία. Η αναστολή άσκησης των καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το
πειθαρχικό συμβούλιο δεν γνωμοδοτήσει για τη θέση σε αργία εντός της ανωτέρω προθεσμίας.
3. Η πράξη, με την οποία ο υπάλληλος τίθεται σε δυνητική αργία ή επαναφέρεται στα καθήκοντά
του, εκδίδεται από τον οικείο Υπουργό ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών
προσώπων δημοσίου δικαίου ή, αν δεν υπάρχει, από τον Πρόεδρο του συλλογικού οργάνου
διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ύστερα από γνώμη του πειθαρχικού
συμβουλίου. Για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία απαιτείται προηγούμενη ακρόαση αυτού από το
πειθαρχικό συμβούλιο.
4. Μετά την πάροδο έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να
γνωμοδοτήσει για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Σε κάθε περίπτωση, η αργία
αίρεται αυτοδικαίως μετά την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσεως του
υπαλλήλου σε αργία.
5. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση στον υπάλληλο της σχετικής πράξης. Ο υπάλληλος
επανέρχεται στα καθήκοντά του από την κοινοποίηση της πράξης επαναφοράς ή αυτοδίκαια από
την τελεσιδικία της ποινικής απόφασης που δεν συνεπάγεται έκπτωση ή της πειθαρχικής
απόφασης, η οποία δεν επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης ή από τη συμπλήρωση της
διετίας κατά την προηγούμενη παράγραφο.»
5. Το άρθρο 108 του Ν.3584/2007 (Α’ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 108
Δυνητική θέση σε αργία
Αναστολή άσκησης καθηκόντων
1. Αν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος μπορεί να τίθεται σε αργία ο υπάλληλος, κατά του
οποίου:
α) Έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα το οποίο μπορεί να επισύρει την έκπτωση από την
υπηρεσία. Ειδικά, προκειμένου για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος ο υπάλληλος μπορεί να
τίθεται σε αργία εφόσον έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο για το αδίκημα αυτό.
β) Έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα, το οποίο μπορεί να επισύρει την ποινή της
οριστικής παύσης ή
γ) υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις για έκνομη διαχείριση, οι οποίες στηρίζονται σε έκθεση της
προϊσταμένης αρχής ή αρμόδιου επιθεωρητή.
2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και πριν γνωμοδοτήσει το
πειθαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο από το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο
διοίκησης του φορέα όπου υπηρετεί το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του.
Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται και γνωμοδοτεί για τη θέση του
υπαλλήλου σε αργία. Η αναστολή άσκησης των καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το
πειθαρχικό συμβούλιο δεν γνωμοδοτήσει για τη θέση σε αργία εντός της ανωτέρω προθεσμίας.
3. Η πράξη, με την οποία ο υπάλληλος τίθεται σε δυνητική αργία ή επαναφέρεται στα καθήκοντά
του, εκδίδεται από τον οικείο Υπουργό ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών
προσώπων δημοσίου δικαίου ή, αν δεν υπάρχει, από τον Πρόεδρο του συλλογικού οργάνου
διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ύστερα από γνώμη του πειθαρχικού
συμβουλίου. Για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία απαιτείται προηγούμενη ακρόαση αυτού από το
πειθαρχικό συμβούλιο.
4. Μετά την πάροδο έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να
γνωμοδοτήσει για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Σε κάθε περίπτωση, η αργία
αίρεται αυτοδικαίως μετά την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσεως του
υπαλλήλου σε αργία.
5. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση στον υπάλληλο της σχετικής πράξης. Ο υπάλληλος
επανέρχεται στα καθήκοντά του από την κοινοποίηση της πράξης επαναφοράς ή αυτοδίκαια από
την τελεσιδικία της ποινικής απόφασης που δεν συνεπάγεται έκπτωση ή της πειθαρχικής
απόφασης, η οποία δεν επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης ή από τη συμπλήρωση της
διετίας κατά την προηγούμενη παράγραφο.»
6. Το άρθρο 105 του Ν.3528/2007 (Α’ 26) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 105
Συνέπειες αργίας
1. Ο υπάλληλος ο οποίος τελεί σε κατάσταση αργίας απέχει από την άσκηση των κύριων και
παρεπόμενων καθηκόντων του.
2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το
υπόλοιπο ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση
του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τιμωρηθεί με
πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση. Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί από κάθε
πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για έκνομη διαχείριση, επιστρέφεται το μέρος
των αποδοχών του που παρακρατήθηκε.
3. Ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης για το παράπτωμα της
αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν δικαιούται αποδοχές αργίας.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 31 – 35 του παρόντος Κώδικα εφαρμόζονται και κατά τη διάρκεια της
αργίας.»
7. Το άρθρο 109 του Ν.3584/2007 (Α’ 143) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 109
Συνέπειες αργίας
1. Ο υπάλληλος ο οποίος τελεί σε κατάσταση αργίας απέχει από την άσκηση των κύριων και
παρεπόμενων καθηκόντων του.
2. Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το
υπόλοιπο ήμισυ ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη
απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή
τιμωρηθεί με πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση. Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί
από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για άτακτη διαχείριση, επιστρέφεται
το μέρος των αποδοχών του που παρακρατήθηκε.
3. Ο υπάλληλος, στον οποίο επιβλήθηκε πειθαρχική ποινή οριστικής παύσης για το παράπτωμα της
αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των καθηκόντων του, δεν δικαιούται αποδοχές αργίας.
4. Οι διατάξεις των άρθρων 38 – 42 του παρόντος Κώδικα εφαρμόζονται και κατά τη διάρκεια της
αργίας.»
8. Η αυτοδίκαιη αργία που προβλέπεται στις καταργούμενες με την παράγραφο 1 διατάξεις λήγει
αυτοδικαίως μετά από δεκαπέντε (15) ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος, με την επιφύλαξη
των περιπτώσεων αυτοδίκαιης αργίας που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 103 του
Ν.3528/2007 και του άρθρου 107 του Ν.3584/2007 πριν από την τροποποίησή τους από τις
ανωτέρω καταργούμενες διατάξεις. Εντός της ανωτέρω δεκαπενθήμερης προθεσμίας ο οικείος
Υπουργός, ο Πρόεδρος Ανεξάρτητης Αρχής, το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών
προσώπων δημοσίου δικαίου ή αν δεν υπάρχει ο Πρόεδρος του συλλογικού οργάνου διοίκησης
των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και το αρμόδιο για το διορισμό όργανο στην
περίπτωση των δημοτικών υπαλλήλων μπορεί να αποφασίσει με αιτιολογημένη απόφασή του την
αναστολή άσκησης των καθηκόντων για όσους από τους υπαλλήλους αυτούς υφίσταται σχετικός
επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος, παραπέμποντάς τους με την ίδια απόφαση στο οικείο
πειθαρχικό συμβούλιο για τη θέση τους ή μη σε δυνητική αργία με τη διαδικασία της παρ. 2 του
άρθρου 104 του Ν.3528/2007 ή με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 108 του Ν.3584/2007,
όπως τροποποιήθηκαν με το άρθρο αυτό.
Άρθρο 4
Πειθαρχικές ποινές
Το άρθρο 109 του Ν.3528/2007 (Α’ 26), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 109
Πειθαρχικές ποινές
1. Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους υπαλλήλους είναι:
α) η έγγραφη επίπληξη,
β) το πρόστιμο έως τις αποδοχές δώδεκα (12) μηνών,
γ) η στέρηση του δικαιώματος για προαγωγή από ένα (1) έως πέντε (5) έτη,
δ) η στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής σε διαδικασία επιλογής προϊσταμένου οργανικής
μονάδας οποιουδήποτε επιπέδου από ένα (1) έως πέντε (5) έτη,
ε) η αφαίρεση της άσκησης των καθηκόντων προϊσταμένου οργανικής μονάδας οποιουδήποτε
επιπέδου για τη θητεία ή το υπόλοιπό της,
στ) ο υποβιβασμός έως δύο (2) βαθμούς,
ζ) η προσωρινή παύση από τρεις (3) έως δώδεκα (12) μήνες με πλήρη στέρηση των αποδοχών
και
η) η ποινή της οριστικής παύσης, η οποία μπορεί να επιβληθεί μόνο για τα ακόλουθα
παραπτώματα: της παράβασης του άρθρου 107 παράγραφος 1α του παρόντος, της παράβασης
καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς νόμους, της απόκτησης οικονομικού
οφέλους ή ανταλλάγματος προς όφελος του ιδίου του υπαλλήλου ή τρίτου προσώπου κατά την
άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών, της χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπούς ή
ανάξιας για υπάλληλο διαγωγής εντός ή εκτός υπηρεσίας, της παράβασης της υποχρέωσης
εχεμύθειας, της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων πάνω
από είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες συνεχώς ή πάνω από τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες σε
διάστημα ενός (1) έτους ή πάνω από πενήντα (50) εντός μίας τριετίας, της εξαιρετικώς σοβαρής
απείθειας, της άμεσης ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχής σε δημοπρασία την οποία διενεργεί
επιτροπή μέλος της οποίας είναι ο υπάλληλος ή όταν η επιτροπή αυτή υπάγεται στην αρχή στην
οποία ο υπάλληλος υπηρετεί, της εμμονής σε άρνηση προσέλευσης για εξέταση από υγειονομική
επιτροπή. Επίσης, η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο για
οποιοδήποτε παράπτωμα αν κατά την προηγούμενη της διάπραξής του διετία του είχαν επιβληθεί
τρεις (3) τουλάχιστον πειθαρχικές ποινές ανώτερες του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός ή
κατά το προηγούμενο της διάπραξής του έτος είχε τιμωρηθεί για το ίδιο παράπτωμα με ποινή
ανώτερη του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός.
2. Για την επιβολή οποιασδήποτε πειθαρχικής ποινής σε υπάλληλο συνεκτιμώνται οι ιδιαιτέρες
συνθήκες τέλεσης του παραπτώματος, η εν γένει προσωπικότητα του υπαλλήλου, καθώς και η
υπηρεσιακή του εικόνα όπως προκύπτει από το προσωπικό του μητρώο και τηρείται η αρχή της
αναλογικότητας.
3. Όταν επιβάλλονται οι πειθαρχικές ποινές των περιπτώσεων γ’ έως ζ’ της παραγράφου 1 και
συντρέχουν επιβαρυντικές περιστάσεις, το πειθαρχικό συμβούλιο μπορεί να επιβάλει επιπλέον
διοικητική κύρωση από 3.0 έως 30.000 ευρώ. Όταν επιβάλλεται η πειθαρχική ποινή της οριστικής
παύσης και πρόκειται για πειθαρχικά παραπτώματα των περιπτώσεων δ’ και ε’ της παραγράφου 1
του άρθρου 107 του παρόντος που σχετίζονται με οικονομικό αντικείμενο, το πειθαρχικό
συμβούλιο μπορεί να επιβάλει επιπλέον διοικητική κύρωση από 10.0 έως 100.000 ευρώ.
4. α. Για τα παραπτώματα των περιπτώσεων α’, γ’, δ’, θ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 δεν
μπορεί να επιβληθεί ποινή κατώτερη του υποβιβασμού.
Για το παράπτωμα της περίπτωσης ι’ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 δεν μπορεί να επιβληθεί
ποινή κατώτερη του υποβιβασμού εφόσον η αδικαιολόγητη αποχή από την εκτέλεση των
υπηρεσιακών καθηκόντων υπερβαίνει τις είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες συνεχώς ή τις τριάντα
(30) εργάσιμες ημέρες σε διάστημα ενός (1) έτους.
β. Για τα παραπτώματα των περιπτώσεων ιδ’, ιε’, ιστ’, ιη’, ιθ’, κα’, κβ’, κδ’ της παραγράφου 1 του
άρθρου 107 δεν μπορεί να επιβληθεί ποινή κατώτερη του προστίμου.
γ. Για τα λοιπά παραπτώματα μπορεί να επιβληθεί οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή.»
αυτοδίκαιη και δυνητική αργία, αυτοδίκαιη και δυνητική αργία, αυτοδίκαιη και δυνητική αργία, αυτοδίκαιη και δυνητική αργία, αυτοδίκαιη και δυνητική αργία, αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία,αυτοδίκαιη και δυνητική αργία